Σάββατο 7 Ιουνίου 2025

Η μαθητική ζωή στο Μεσολόγγι πριν από … 70 χρόνια!

 Αναμνήσεις του τότε μαθητή Δημήτρη Στεργίου

Ανάγλυφες οι εικόνες με τους ψαράδες να κρατάνε τα καμάκια πάνω στις ψαρόβαρκες για το μεροκάματο. Τότε, για το λαβράκι και την  τσιπούρα  πλήρωνε κανείς  6 περίπου δραχμές την οκά! ( από το Λεύκωμα «Μεσολόγγι, ο τόπος και οι άνθρωποι»,  της Σουτζάνας Τρίτση – Μουλχάουζερ, με κείμενα της αείμνηστης καθηγήτριας Σπυριδούλας Αλεξανδροπούλου)

Θα ήθελα από σήμερα να μοιραστώ με τις αγαπητές μου φίλες Μεσολογγίτισσες και αγαπητούς φίλους Μεσολογγίτες, παιδιά κι εγγόνια συμμαθητών μου ή μαθητών προγενέστερων σχολικών ετών του Γυμνασίου της Παλαμαϊκής Σχολής Μεσολογγίου μερικές εικόνες από το οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον καθώς και από το βιοτικό των κατοίκων της Ιεράς Πόλεως  κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1950 και τις αρχές της δεκαετίας του 1960, τις οποίες έζησα ως  μαθητής.  Αυτές τις εικόνες – στοιχεία, τις οποίες  θα παρουσιάσω στους συμμαθητές μου της Έκτης Τάξης του Γυμνασίου της Παλαμαϊκής Σχολή Μεσολογγίου τελευταίο (σχολικό έτος 1960 -1961) κατά την αυριανή μας συνάντηση στον «Ζέφυρο», καταρτίσθηκαν με βάση επίσημα στατιστικά στοιχεία, τα οποία μελετούσα κι αξιοποιούσα ως επαγγελματίας οικονομολόγος-  δημοσιογράφος  επί … 50 χρόνια  σε αθηναϊκές εφημερίδες, όπου εργαζόμουν και διηύθυνα, και, κυρίως, από την πυκνή αλληλογραφία με τον αείμνηστο πατέρα μου, τον οποίο εν ημέρωνα με κάθε λεπτομέρεια  για τις δαπάνες παραμονής και φοίτησής μου στο Γυμνάσιο της Παλαμαϊκής Σχολής Μεσολογγίου.
Όλο το κτιριακό συγκρότημα με τους άνετους εξωτερικούς χώρους του Γυμνασίου της Παλαμαϊκής Σχολής, οι οποίοι ήταν γεμάτοι από τους μαθητές που έπαιζαν βόλεϊ και μπάσκετ κατά τα διαλείμματα υπό το άγρυπνο μάτι των «εφημερευόντων» καθηγητών! (Αρχείο Νίκου Κορδόση, από το Λεύκωμά του «Το Μεσολόγγι που έφυγε»)


Κατά την περίοδο αυτή, δηλαδή  της εισαγωγής των μαθητών του Δημοτικού Σχολείου  με εξετάσεις στο Γυμνάσιο (1953,1954, 1955) η ελληνική οικονομία ζούσε στον αστερισμό της επιτυχούς και τολμηρής  νομισματικής μεταρρύθμισης, η οποία αποφασίσθηκε στις 9 Απριλίου του 1953. Τα χρόνια 1953 – 1956 ήταν μια αποφασιστική μεταβατική φάση, η οποία ξεπεράστηκε χωρίς πολλές δυσμενείς επιπτώσεις από την υποτίμηση (η τιμή δολαρίου αυξήθηκε από 15.000 δραχμές σε 30.000 δραχμές). Επίσης, από την 1η Μαϊου του 1954 περικόπηκαν τα τελευταία τρία μηδενικά που έδειχναν οι νομισματικές αξίες και, έτσι, οι 1.000 δραχμές έγιναν 1 δραχμή και η τιμή του δολαρίου αντί των 30.000 δραχμών έγινε 30 δραχμών. Εννοείται ότι τότε έγινε αντίστοιχη αναγωγή για όλες ανεξαιρέτως  τις τιμές και απαιτήσεις που ήταν υπολογισμένες σε νομισματικές μονάδες.
Τα ευνοϊκά αυτά αποτελέσματα από τη νομισματική μεταρρύθμιση και την υποτίμηση της δραχμής καθώς και οι προσδοκίες που καλλιεργήθηκαν από αυτή την τολμηρή τότε απόφαση δεν επηρέασαν άμεσα την οικονομική δραστηριότητα του Μεσολογγίου και της γύρω περιοχής, διότι στηριζόταν στους παραδοσιακούς πυλώνες, όπως ήταν κυρίως  η αλιεία, η γεωργία, η κτηνοτροφία, το μικρεμπόριο και διάφορες άλλες επιχειρήσεις και επαγγέλματα, όπως εστιατόρια, εμπόριο ξυλείας και σιδήρου, ξυλουργεία, κουρεία, ιχθυοπωλεία. Το εισόδημα του μεσολογγίτικου νοικοκυριού συμπληρωνόταν τότε από τα ενοίκια δωματίων σε μαθητές  και καθηγητές το Γυμνασίου  και άλλους δημόσιους υπαλλήλους, που δεν ήταν ντόπιοι και αναγκάζονταν να διαμένουν στην πόλη. Σημειώνεται ότι τότε στο Μεσολόγγι, ως διοικητικό κέντρο του Νομού (Νομαρχία και άλλες υπηρεσίες), διέμεναν μόνιμα πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι, διότι η εφιαλτική έλλειψη βασικών δημόσιων υποδομών (υποτυπώδες οδικό δίκτυο, πενιχρά ή δύσκολα  μεταφορικά μέσα και κόστος) ανάγκαζε εκπαιδευτικούς, δημόσιους υπαλλήλους και μαθητές απομακρυσμένων χωριών, όπως ήταν και η Παλαιομάνινα και το Στρογγυλοβούνι, ακόμα και το Νιοχώρι, η Κατοχή και η Πεντάλοφος, να διαμένουν σε ενοικιαζόμενα δωμάτια.
Εικόνες της οικονομικής δραστηριότητας στο Μεσολόγγι
Όλα αυτά έδιναν έναν έντονο παλμό στην οικονομική δραστηριότητα του Μεσολογγίου, η οποία  επιβεβαιώνεται από τις ακόλουθες  χαρακτηριστικές εικόνες – αναμνήσεις:
-Θυμάμαι ότι κάθε πρωί, καθώς πηγαίναμε στο Γυμνάσιο της Παλαμαϊκής Σχολής Μεσολογγίου, δεκάδες ψαρόβαρκες ξεφόρτωναν κοντά εκεί κοντά στην Πελάδα οι ψαράδες την πλούσια ιχθυοπαραγωγή τους και τα ψάρια ακόμα σπαρτάριζαν στην ακρογιαλιά της ήρεμης λιμνοθάλασσας, την οποία τότε χώριζε από τον αύλειο χώρο του Γυμνασίου με τα ψηλά και γερά κάγκελα ο γραφικός περιφερειακός δρόμος, που οδηγούσε στο λιμάνι και στο γήπεδο. Είναι αλήθεια ότι υπήρχε πρόβλημα απορρόφησης της μεγάλης αυτής «σοδειάς» από ψάρια! Για τον λόγο αυτό πολλοί γέροι ψαράδες με ένα πλατύ κοφίνι με φρέσκα ψάρια διαλαλούσαν  το εμπόρευμά τους και το πουλούσαν σε πολύ χαμηλές τιμές.

Εξώφυλλο σχολικών τετραδίων που αγόραζα από το ξακουστό τότε βιβλιοπωλείο Τερζόπουλου (με το δεφτέρι κι αυτό!) στην τιμή των δύο δραχμών!




-Θυμάμαι ακόμα ότι κάθε πρωί σε διάφορους δρόμους γύρω από το κέντρο της πόλης είχαν το «τέρμα» τους παλιά λεωφορεία που συνέδεαν συγκοινωνιακά τα γύρω χωριά με το Μεσολόγγι. Εκεί έβλεπε κανείς να κατεβαίνουν πυκνές ομάδες από χωρικούς που πήγαιναν στο Μεσολόγγι για να διεκπεραιώσουν διοικητικές υποθέσεις, για να αγοράσουν τρόφιμα και είδη ένδυσης και υπόδησης και επαγγελματικό εξοπλισμό. Θυμάμαι ότι όλοι σχεδόν αυτοί οι επισκέπτες έσπευδαν πρώτα στα εστιατόρια για να απολαύσουν, πρωί-πρωί, τη νόστιμη ψαρόσουπα (με λαβράκι ή κέφαλο), τον γευστικότατο πατσά ή την εκπληκτική μοσχαροκεφαλή!

-Θυμάμαι ότι από το πρωί που έρχονταν οι χωρικοί στο Μεσολόγγι έως την ώρα που αναχωρούσε το υποτυπώδες ιδιωτικό λεωφορείο της «γραμμής», τα διάφορα μαγαζιά της πόλης κατακλύζονταν από πελάτες, που αύξαναν τον τζίρο των εμπορικών και άλλων καταστημάτων και, φυσικά, ενίσχυαν της οικονομική δραστηριότητα της πόλης.
Ο «Τραγανάς», ο Λεωνίδας Βαλάσης ή Βαλαής, ο οποίος με τον ταβλά και την επιγραφή  πάνω «Ζήτω η Εύανδρος Ήπειρος» (καταγόταν από την Ήπειρο) καθόταν τα πρωινά επί ώρες έξω από τα ψηλά κάγκελα του Γυμνασίου της Παλαμαϊκής Σχολής Μεσολογγίου και πουλούσε τα τραγανά κουλούρια του. Από τον «Τραγανά», όταν έφευγα νηστικός τα πρωινά από το δωμάτιό μου, έπαιρνα το τραγανό κουλούρι της μισής δραχμής; ή, όταν δεν μού έστελναν οι γονείς μου, ο καλόκαρδος κουλουράς μού το έδινε … βερεσέ!!! (Στιγμιότυπο του φωτογράφου Τάσου Αναστασίου από το Λεύκωμα του Νίκου Κορδόση «Το Μεσολόγγι που έφυγε»)



Ντοκουμέντα για το κόστος ζωής και παιδείας στο Μεσολόγγι τη δεκαετία του 1950

Κατά τη δεκαετία του 1950 οι υψηλές τιμές, μαζί με το χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα, συντελούσαν στην πολύ χαμηλή κατανάλωση όλων σχεδόν των προϊόντων που αποτελούσαν τότε το «καλάθι της νοικοκυράς». Τότε η ελληνική οικονομία ήταν σχεδόν αχρήματη, αφού οι περισσότερες συναλλαγές, κυρίως στην ύπαιθρο, γίνονταν με είδος (ένα σαγάνι στάρι =μισό κιλό μακαρόνια, δέκα αυγά = μισό κιλό αλάτι κλπ!). Η εικόνα της εφιαλτικής οικονομικής και  κοινωνικής αυτής  καθυστέρησης και, κυρίως, το απογοητευτικού βιοτικού επιπέδου αντανακλάται  στα στοιχεία του παρατιθέμενου πίνακα με το ενδεικτικό κόστος ζωής στο Μεσολόγγι την ίδια περίοδο.
Με ένα απελπιστικά χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα (το ένα τέταρτο σχεδόν του αντίστοιχου των προηγμένων ευρωπαϊκών χωρών), με μια πολύ χαμηλή στρεμματική απόδοση της γεωργικής και κτηνοτροφικής παραγωγής, η οποία διετίθετο μάλιστα σε πολύ χαμηλές τιμές, με μια σχεδόν υποτυπώδη μηχανική καλλιέργεια (οι ίπποι έλξης υπολογίζονταν σε  691.000!), με μιαν ανεπαρκή για τις  ανάγκες της εσωτερικής κατανάλωσης ζωoκομική παραγωγή (συμπληρωνόταν με σημαντικές εισαγωγές!), με μια βιομηχανία, η οποία, παρά τις σημαντικές επενδύσεις από τα δάνεια του Σχεδίου Μάρσαλ,  δεν  είχε προκαλέσει την ανάλογη αύξηση της απασχόλησης και, συνεπώς, την ενίσχυση των οικογενειακών προϋπολογισμών με χρήμα (ρευστότητα), το κόστος ζωής  ήταν ανάλογο με το πολύ χαμηλό βιοτικό επίπεδο των κατοίκων.
Όλοι αυτοί οι οικονομικοί παράγοντες και περιορισμοί είχαν συμβάλει στη δημιουργία μιας κοινωνίας φτωχών και οικογενειακών προϋπολογισμών που αντιμετώπιζαν το κόστος ζωής κυρίως με το «τεφτέρι», αφού η εισροή πόρων στις οικογένειες συντελούνταν περιοδικά, δηλαδή ανάλογα με τη ρευστοποίηση γεωργικών, κτηνοτροφικών και αλιευτικών προϊόντων ή την πληρωμή του εβδομαδιάτικου όσοι ήταν εργάτες.
Με βάση τα στοιχεία του αρχείου μου και τις αναμνήσεις από τη διαμονή μου ως μαθητή στο Γυμνάσιο της Παλαμαϊκής Σχολής Μεσολογγίου κατά την περίοδο 1955 – 1961, καταρτίσθηκε ο παρατιθέμενος πίνακας για το κόστος ζωής στο Μεσολόγγι.


 Από την εξέταση των στοιχείων αυτών προκύπτουν οι ακόλουθες διαπιστώσεις:
1. Το ενοίκιο ενός δωματίου για μαθητές ανερχόταν σε 240 -360 δραχμές (συνήθως συγκατοικούσαν δύο μαθητές για τη συρρίκνωση της σχετικής δαπάνης στο μισό!) και μιας οικίας σε 500-600 δραχμές με υποτυπώδη εξοπλισμό, με καμπινέ στον εξωτερικό χώρο (κυρίως αυλή) και με πλύσιμο και λούσιμο σε λεκάνες κάτω από ένα κρεμασμένο δοχείο με βρύση! 
2. Τα ψάρια (λαυράκια, τσιπούρα κλπ) μπορούσε να τα βρει κανείς στα ιχθυοπωλεία ή σε κάνιστρα ψαράδων στις τιμές  των 5 ή 6 δραχμών, το μοσχαρίσιο κρέας στην τιμή των 15 δραχμών, το προβατίσιο κρέας στην τιμή των 5 δραχμών, τις γαρίδες στην τιμή των 22 δραχμών!
3. Ο οικογενειακός  προϋπολογισμός επιβαρυνόταν τότε από τη φοίτηση ενός μαθητή στο (εξατάξιο Γυμνάσιο) από την εγγραφή του σε κάθε νέο σχολικό έτος (περίπου 50 δραχμές), από τη δαπάνη για αγορά πηληκίου (μια φορά σχεδόν και στις έξι τάξεις στην τιμή των 25 δραχμών),  από την αγορά των σχολικών βιβλίων (κυρίως από το Βιβλιοπωλείο του Διαμαντή Τερζόπουλου) στην τιμή των 12 δραχμών έκαστον, από την αγορά τετραδίων σε τιμές από 2 – 5 δραχμές, ανάλογα με τον αριθμό φύλλων και το μαλακό ή σκληρό εξώφυλλο, από την αγορά τσάντας (μια φορά σχεδόν σε όλα τα χρόνια), τα μολύβια, τους στυλούς  κι ένα ποσό 10 δραχμών περίπου για τους καθηγητές (δεν θυμάμαι γιατί και πώς είχε καθιερωθεί το ποσό αυτό!). Πάντως, οι περισσότερο από τους μαθητές που κατάγονταν από την Παλαιομάνινα, δεν επιβάρυναν τον οικογενειακό προϋπολογισμό με τη δαπάνη αγοράς σχολικών τσαντών διότι είχαμε από το σπίτι τους ένα μικρό μάλλινο κόκκινο ταγάρι, όπου εκεί βάζαμε τα σχολικά είδη. Επίσης, πολλοί μαθητές έδεναν τα βιβλία και τα τετράδια για τα μαθήματα της ημέρας με ένα πλατύ λάστιχο… Ακόμα, οι περισσότεροι μαθητές που προέρχονταν από φτωχές γεωργοκτηνοτροφικές οικογένειες προσπαθούσαν έστω και με γκρίνια προς τους γονείς τους να εξασφαλίσουν ένα ευπρεπές παντελόνια (οι περισσότεροι τότε φορούσαμε μπλε παντελόνια τα οποία σήμερα θα ήταν της γνωστής ακριβής μόδας, δηλαδή να είχε σχισμένα στα κωλομέρια και μπαλωμένα στα γόνατα…), που κόστιζε μαζί με τα ραφτικά 70 δραχμές, ένα δερμάτινο ζεύγος παπουτσιών κόστους 45 δραχμών, μαύρα αθλητικά βρακιά (σκελέες) κόστους  13 δραχμών, αθλητικές φανέλες κόστους  12 δραχμών.
4. Για τους μαθητές  που κατάγονταν από τα γύρω χωριά και διέμεναν στο Μεσολόγγι σε ενοικιαζόμενα δωμάτια η δαπάνη για την παιδεία ενισχυόταν από το ενοίκιο (240 δραχμές, όπως ήδη αναφέρθηκε) και από τη σίτιση σε εστιατόρια με το τεφτέρι και με φειδώ.
Σημειώνεται ότι τα στοιχεία αυτά για το κόστος ζωής στο Μεσολόγγι συμπληρώνονται και με άλλα, όπως με εκείνα που αφορούσαν την αγορά κουλουριού και  γλυκών κυρίως ταψιού καθώς και ενοικίου … ποδηλάτων! (βλέπε πίνακα)
Συνέχεια στο επόμενο